«Ξένοι, ποιοι να 'στε; κι από πού εδώ σας φέρνουν οι πλωτοί σας δρόμοι;
μήπως για εμπόριο; ή όπου λάχει τριγυρνάτε,
καθώς το κάνουν οι ληστές στα πέλαγα, παίζοντας τη ζωή τους,
στους άλλους όμως προξενούν κακό;».
Έτσι μιλώντας, η δική μας η καρδιά πήγε να σπάσει
από τον φόβο της βαριάς φωνής και της πελώριας του θωριάς.
Και μολοντούτο εγώ αποκρίθηκα, μιλώντας του μ' αυτά τα λόγια:
«Εμείς, από την Τροία μισεύοντας, είμαστε Αχαιοί περιπλανώμενοι,
που μας εχτύπησαν κάθε λογής ανέμοι, το μέγα κύμα περνώντας
της θαλάσσης· γυρεύοντας να πάμε σπίτι, πέσαμε σ' άλλη οδό
και σ' άλλους δρόμους -έτσι ασφαλώς το θέλησε ο Δίας αποφασίζοντας.
Κι όμως ανήκουμε, και το καυχιόμστε, στο μέγα στράτευμα
του Ατρείδη Αγαμέμνονα, που τώρα απέραντη δεσπόζει η δόξα του
κάτω από κάθε ουρανό· αφού εκείνος πάτησε τη μεγάλη, τειχισμένη πόλη
κι αφάνισε τόσους και τόσους.
Και να, η τύχη εδώ μας φέρνει, οπού ικετεύοντας προσπέφτουμε
στα γόνατά σου· ανίσως ήθελες να μας φιλοξενήσεις, κι ακόμη
να μας δώσεις κάποιο δώρο, όπως το ορίζει κι η τιμή στους ξένους.
Αλλά σεβάσου, όσο μεγάλη κι αν είναι η δύναμή σου, τους θεούς· είμαστε
ικέτες σου· κι ο Δίας εκδικείται και τους ικέτες και τους ξένους,
ο Ξένιος Δίας, που τιμώντας τους ξένους συντροφεύει».
Έτσι του μίλησα, εκείνος όμως απαντούσε μ' άσπλαχνο φυσικό:
«Είσαι μωρός, άνθρωπε ξένε· φτασμένος από μέρη μακρινά, εσύ
μου παραγγέλλεις ή να φοβάμαι τους θεούς ή να αποφεύγω
την οργή τους; Μάθε λοιπόν οι Κύκλωπες δεν νοιάζονται
τι λέει ο Δίας με την αιγίδα του μήτε οι μακάριοι θεοί -
είμαστε εμείς κατά πολύ πιο δυνατοί.
Γι' αυτό κι εγώ μην περιμένεις, από τον φόβο του Διός
και της οργής του, να λυπηθώ κανέναν, εσένα μήτε τους συντρόφους,
αν η δική μου βούληση δεν το θελήσει.
Μα τώρα πες μου, καλοχτισμένο το καράβι σου πού το κρατάς;
κάπου στην άλλην άκρη; μήπως κοντά; θέλω να ξέρω».
Μιλώντας έτσι γύρευε να με ψαρέψει·
εμένα όμως, που πολλά ο νους μου κόβει,
ο δόλος δεν μου ξέφυγε, γι' αυτό κι αμέσως αποκρίθηκα με δόλια λόγια:
«Α, το καράβι μου το σύντριψε ο κοσμοσείστης Ποσειδών·
στα βράχια το 'ριξε, πέρα στην άλλην άκρη της δικής σου χώρας·
το τσάκισε πάνω σε κάβο, όπου και το παρέσυρε ο πελαγίσιος άνεμος·
μόνος εγώ, μ' αυτούς εδώ, γλίτωσα τον φριχτό χαμό».
Εγώ του μίλησα, όμως αυτός καμιάν απόκριση δεν δίνει, άσπλαχνη καρδιά·
μόνο πετάχτηκε κι απλώνει τα δυο του χέρια στους συντρόφους,
αρπάζει δυο μαζί, και καταγής, σάμπως κουτάβια, τους χτυπά·
ο εγκέφαλός τους λύθηκε, χύθηκε κάτω, μούσκεψε το χώμα·
μετά τους διαμελίζει και με τα μέλη τους στρώνει το δείπνο του·
λιοντάρι ορεσίβιο, τους καταβρόχθιζε, τίποτε να μη μείνει
υπόλοιπο: σπλάχνα και σάρκες, κόκαλα και μεδούλι.
Εμείς, θρηνώντας, τα χέρια υψώναμε στον Δία,
βλέποντας μπρος στα μάτια μας έργα φριχτά, ανήμποροι
και σαν παραλυμένοι.
Ομήρου Οδύσσεια, ι 252-295, μετάφραση Δ. Ν. Μαρωνίτης, εκδ. Στιγμή, Αθήνα 1993.
Υ.Γ. Της Πελαγίας Μαρκέτου αυτή η ανάρτηση που πήγε και ξετρύπωσε τους Κύκλωπες
6 σχόλια:
Να δώσεις χαιρετισμούς στην Πελαγία. ;)
διακοπές στη χώρα των Κυκλώπων...
trendy...
Δύτη, ανταποδίδει :-)
Αεροστάτικ,
και εξαιρετικά φθηνές!
δε χρειάζεται καν να υπολογίσεις το κόστος της επιστροφής
η κατάβαση στο έντερο του Κύκλωπα, προσφέρεται εντελώς δωρεάν!
Σπεύσετε να επωφεληθείτε!
Α, ωστε σ' αυτο το αποσπασμα αναφερεται ο Π. Μπουκαλας στο "Ο Ξενιος Διας δεν μενει πια εδω".
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_
2_07/08/2012_491589
Ολο και περισσοτερο, φοβαμαι, μοιαζουμε με τον Πολυφημο σαν λαος, τοσο στο μυαλο οσο και στην υπεροψια.
και ποιος κρατάει το σουβλί που θα βγάλει το μοναδικό μάτι μας?
Προφανως ο Κανενας, μονοι μας θα το βγαλουμε, with a little help from our friends..
http://www.youtube.com/watch?v=XmkIYWuZ1-U
Πω, πω, σαν τον Παγκακο ακουγομαι..
Δημοσίευση σχολίου