Σάββατο 18 Ιουλίου 2009

Κάποιος Plume


Henri Michaux, 1899-1984.

Un homme paisible.

Etendant les mains hors du lit, Plume fut etonné de ne pas rencontrer le mur.
“Tiens, pensa-t-il, les fourmis l’ auront mangé…” et il se rendormit.
Peu après, sa femme l’ atrapa et la secoua: “Regarde, dit-elle, fainéant! Pendant que tu était occupé à dormir, on nous a volé notre maison.” En effet, un ciel intact s’ étendait de tout côtés. “Bah, la chose est faite”, pensa-t-il.
Peu après, un bruit se fit entendre. C’ était un train qui arrivait sur eux a toute allure. “De l’ air pressé qu’ il a, pensa-t-il, il arrivera sûrement avant nous” et il se rendormit.
Ensuite, le froid le réveilla. Il était tout trempé de sang. Quelques morceaux de sa femme gisaient près de lui. “Avec le sang, pensa-t-il, surgissent toujours quantité de désagréments; si ce train pouvait n’ être pas passé, j ‘ en serais fort heureux. Mais puisqu’ il est déjà passé…” et il se rendormit.
-Voyons, disait le juge, comment expliquez-vous que votre femme se soit blessée au point qu’on l’ ait trouvée partagée en huit morceaux, sans que vous, qui étiez à côté, ayez pu faire un geste pour l’ en empêcher, sans même vous en être aperçu. Voilà le mystère. Toute l’ affaire est là-dedans.
-Sur ce chemin, je ne peux pas l’ aider, pensa Plume, et il se rendormit.
-L’ exécution aura lieu demain. Accusé, avez-vous quelque chose à ajouter?
-Excusez-moi, dit-il, je n’ai pas suivi l’ affaire. Et il se rendormit.

Ηenri Michaux,
Plume,
éd.Poésie/Gallimard.
-----------------------------------------------------------------------------
Ένας φιλήσυχος άνθρωπος

Τεντώνοντας τα χέρια έξω απ' τα σκεπάσματα, ο Plume εξεπλάγη καθότι τα μέλη του δεν βρίσκαν τον τοίχο. "Πάει καλά, σκέφτηκε, θα τον έφαγαν τα μυρμήγκια..." και ξανακοιμήθηκε.
Λίγο αργότερα, η σύζυγός του τον πιάνει και τον σκουντάει: "Κοίτα δω, βρωμοκηφήνα!", του λέει. "Όσο εσύ έπαιρνες τον υπνάκο σου, μας κλέψαν το σπίτι!". Στην πραγματικότητα, έγερνε ο ουρανός στέγη και τοιχώματα από πάνω τους και γύρω. "Ό,τι έγινε, έγινε", σκέφτηκε εκείνος.
Λίγο αργότερα, ακούστηκε ένας θόρυβος. Ένα τρένο ερχότανε καταπάνω τους με όλη του την ταχύτητα. "Έτσι που τρέχει, σκέφτηκε, θα φτάσει σίγουρα πριν από μας", και ξανακοιμήθηκε.
Εν συνεχεία ξύπνησε από το κρύο. Κολουμπούσε ολόκληρος μες στο αίμα. Δίπλα του κείτονταν τα υπολείμματα της γυναίκας του. "Το αίμα, σκέφτηκε, μόνο μπελάδες φέρνει∙ αν γινόταν να μην είχε περάσει εκείνο το τρένο, θα ήμουν ιδιαιτέρως ευτυχισμένος. Αλλά μιας και πέρασε ήδη..." και ξανακοιμήθηκε.
-Λοιπόν, είπε ο δικαστής, πως εξηγείτε το γεγονός ότι η σύζυγός σας χτυπήθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε να βρεθεί διαμελισμένη σε οχτώ κομμάτια, δίχως εσείς, που βρισκόσασταν δίπλα της, να μπορέσετε να κάνετε την παραμικρή κίνηση για να εμποδίσετε το κακό, και κυρίως δίχως καν να αντιληφθείτε το παραμικρό. Ιδού το μυστήριο. Ολόκληρη η υπόθεση συνοψίζεται σε τούτη τη λεπτομέρεια.
-Δυστυχώς, επ' αυτού δεν δύναμαι να σας βοηθήσω, σκέφτηκε ο Plume, και ξανακοιμήθηκε.
-Η εκτέλεση θα λάβει χώρα αύριο. Κατηγορούμενε, έχετε τίποτα να προσθέσετε;
-Συγχωρείστε με, είπε, δεν παρακολούθησα τη διαδικασία. Και ξανακοιμήθηκε.


H συγκεκριμένη, ανέκδοτη, μετάφραση είναι του Ζήση Αϊναλή.
Το κάποιος Plume, κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Χατζηνικολή.

UPDATE : Το διήγημα έχει γυριστεί σε ταινία μικρού μήκους.Το έμαθα με καθυστέρηση μόλις σήμερα. Μπορείτε να τη δείτε : http://www.tvxs.gr/v12836

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Και για ποιον λόγο επιλέξατε τη μετάφραση του Αϊναλή;
Σιγά τα ωά

melen είπε...

Επειδή μου αρέσει

Τ' αυγά, σιγά ή γρήγορα, δεν είναι επιχείρημα. Αν έχετε διαφωνία, εκφράστε την με σαφήνεια

Ανώνυμος είπε...

Ωραίο. Κάτι μου θυμίζει σε "Ξένο" του Καμύ, ή είναι ιδέα μου;

melen είπε...

Αν ο κόσμος ήτανε σκακιέρα,
ο Μισώ θα ήταν άλογο
και ο Καμύ τρελλός,
στην ίδια όμως παρτίδα